ξενοδίκαι

ξενοδίκαι
ξενοδίκαι, οι (Α)
δικαστές που έλυναν τις διαφορές μεταξύ τών ξένων.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ξένος + -δίκης (< δίκη), πρβλ. αγωνο-δίκης].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • Xenias graphe — Die Klage xenias graphē (griechisch ξενίας γραφή, wörtlich: „(An)Klage wegen des (Status eines) Fremden“), war im klassischen Athen die Popularklage gegen eine vermeintlich fremde Person ohne athenisches Bürgerrecht, die sich dieses Recht… …   Deutsch Wikipedia

  • ξένος — Επώνυμο αγωνιστών του 1821, κυριότεροι από τους οποίους ήταν οι εξής: 1. Εμμανουήλ. Λόγιος και αγωνιστής του ‘21 από την Πάτμο. Ανήκε στη μεγάλη οικογένεια των Ξ., από την οποία προερχόταν και ο μεγαλέμπορος της Οδησσού Βασίλειος, στο πλευρό του… …   Dictionary of Greek

  • ξενοκρίτης — ξενοκρίτης, ὁ (Α) 1. συν. στον πληθ. οἱ ξενοκρίται οι ξενοδίκαι* 2. τίτλος αξιωματούχου στη Σπάρτη. [ΕΤΥΜΟΛ. < ξένος + κρίτης (< κρίνω), πρβλ. λαο κρίτης] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”